Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Επικήδειος στον Ήρωα συμμαθητή μας Άντρο Μακρίδη από το Λευκόνοικο

Εκκλησία Αγίου Γεωργίου Κοντού, Λάρνακα
24 Μαϊου 2015, 11 π.μ.
«Μυρίζουν ακόμη λιβανιά, κι έχουν την όψη καμένη
από το πέρασμά τους στα Σκοτεινά Μεγάλα Μέρη.
Κει που μεμιάς τους έριξε το Ασάλευτο».
Καλωσόρισες στο σπίτι σου και στην οικογένειά σου, Ήρωα Άντρο Μακρίδη για να αναπαυτεί η ψυχή σου, μα και να γαληνέψει η ψυχή των αγαπημένων σου.
 Καλωσόρισες και στη μεγάλη σου οικογένεια, την κοινωνία του Λευκονοίκου, τους συμμαθητές και συμμαθήτριές σου, τους δασκάλους και καθηγητές σου, τους φίλους και τις φίλες σου, που όλοι πονάμε αλλά και ταυτόχρονα σεμνυνόμαστε, γιατί είσαι ένας από τους τέσσερις συμμαθητές μας, τους ήρωες, που σήμερα 41 χρόνια σχεδόν μετά θάβουμε με τις αρμόζουσες τιμές από την εκκλησία και την πολιτεία, μαζί με τον Ήρωα Καθηγητή μας Σωτήρη Μιχαήλ και τον τελειόφοιτο Μαθηματικό Πανίκκο Χατζηπαντελή.
Πόσο ταιριάζουν και για μας σήμερα οι στίχοι του νομπελίστα ποιητή μας, του μικρασιάτη Γιώργου Σεφέρη!
«ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.
Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ’ ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται, γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει∙
Στάζει τη μέρα στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος».
Μνησιπήμων πόνος, λοιπόν, ο πόνος που μας θυμίζει παθήματα. Τα παθήματα των φίλων μας, των ανθρώπων που ανατράφηκαν μαζί μας, που γέλασαν και έπαιξαν μαζί μας, όπως εσύ Άντρο μας, που ήμασταν μαζί από το νηπιαγωγείο της κ. Στέλλας. Μαζί στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο Λευκονοίκου. Μπροστάρης πάντα σε ό,τι εθνικό, σε ό,τι ωραίο και αληθινό.
Ήσουν ένα όμορφο παιδί, «αρχιλεβέντης», με τις αρετές του Έλληνα στον υπερθετικό βαθμό, ευθυτενής και ευσταλής νέος, ντυμένος πάντα σύμφωνα με τη μόδα της εποχής, χαμογελαστός, εύχαρις και προσηνής, με χιούμορ και διάθεση πάντα για δράση, κέφι, διασκέδαση, χαρά, γέλιο. Λες και ήθελες να προλάβεις να γευτείς τη ζωή. Αυτή τη ζωή που δεν χάρηκες. Λες και ψυχανεμιζόσουν το κακό που θα’ ρχότανε.

Μεγαλωμένος σε ένα περιβάλλον κοινωνικής προσφοράς, ενεργού δράσης και εμπλοκής στα κοινά, από μικρή ηλικία ζυμώθηκες με αυτά και γαλουχήθηκες με τις πιο όμορφες αξίες και τα πιο ευγενή ιδανικά. Με έναν πατέρα υψιπέτη και μια μάνα-θυσία για τα παιδιά της, μια μάνα-κουράγιο, βίωσες από μικρή ηλικία τον πόνο για τον χαμό του αγαπημένου σου Μιχαλάκη στο Μερσινίκι.
Αυτή η θυσία σε σφράγισε ως προσωπικότητα και χαλύβδωσε μέσα σου την αγωνιστικότητα. Θυμάμαι, στην τετάρτη τάξη του Γυμνασίου Λευκονοίκου, μας έβαλαν στην ίδια αίθουσα που ήταν ο Μιχαλάκης τη χρονιά της θυσίας του. Η φωτογραφία του ήταν στον τοίχο πίσω από τα θρανία μας. Ήταν σαν να είχες έναν φύλακα άγγελο στην τάξη, κι ολημερίς γυρνούσες πίσω και τον κοίταζες. Ποιος ξέρει ποιες σκέψεις αναδεύονταν στο μυαλό σου, πώς σε σφράγισε αυτή η εμπειρία! Μοιάζατε κιόλας τόσο πολύ, και στη μορφή και στην ψυχή. Το ίδιο σπινθηροβόλο βλέμμα, η ίδια ανυπότακτη ψυχή!
Όπως είπα και στους άλλους συμμαθητές μας, Άντρο μου, τον Πέτρο Βελούση, τον Έκτορα Κτωρή και τον Βασίλη Χατζησιεγκαλλή, προσωπικά σας βλέπω σαν μαθητές μου, αφού εσείς, όπως όλοι οι νεαροί ήρωες του νησιού μας σε όλους τους εθνικούς μας αγώνες, δεν προλάβατε να μεγαλώσετε, κι έτσι μείνατε πάντα νέοι, όπως μας θύμιζε συχνά η φιλόλογός μας η κ. Παρασκευά. Νέοι κι αμόλυντοι, αγνά παλληκαράκια γεμάτα με όνειρα και ελπίδες για μια υπέροχη ζωή, όπως όλοι οι νέοι σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
Εμείς που σε ξέρουμε, Άντρο Μακρίδη, ήρωα της τάξης μας, είμαστε σίγουροι ότι πολέμησες λιονταρίσια ενάντια στους κατακτητές που σκορπούσαν τον όλεθρο και την καταστροφή. Στάθηκες αγέρωχος, στητός κι ολόρθος, με αυτοθυσία και λεβεντιά, γιατί ήσουν καμωμένος από εκείνη τη μαγιά που έρχεται από χιλιάδες χρόνια πριν, από τη γενιά του Ονήσιλου, του Ρε Αλέξη, του Γρηγόρη Αυξεντίου…
Είμαι σίγουρη ότι στο μυαλό σου εκείνη την ώρα είχες τη φράση του Αισχύλου:
«Μόνο εμείς (οι Έλληνες) αντίθετα από τους βαρβάρους, δεν μετρούμε ποτέ το πλήθος του εχθρού στη μάχη».
Γιατί ήξερες καλά ότι ήρωες είναι οι «τρελοί της ιδέας». Ήρωες είναι όσοι «προχωρούν στα σκοτεινά». Όσοι αγωνίζονται χωρίς να ξέρουν το αποτέλεσμα, όσοι ανοίγουν δρόμους, όσοι δεν περιμένουν ανταπόδοση.
Κι εσύ, Άντρο Μακρίδη, είσαι ένας από τους «χωρικούς του απέραντου γαλάζιου» που από τα δεκαεννιά σου χρόνια χάθηκες. Όλα αυτά τα χρόνια που ήσουν αγνοούμενος, προσεύχονταν συνεχώς για την ανεύρεση των οστών σου και την ανάπαυση της ψυχής σου, όχι μόνο η οικογένειά σου, αλλά και οι συμμαθητές μας στο Άγιο Όρος, ο Γέροντας Εφραίμ ο Βατοπαιδινός και ο πατήρ Γαβριήλ της Μονής Διονυσίου.
Κι εμείς, που όλα αυτά τα χρόνια «μπερδευόμαστε μες στ’ αγαθά μας», που προσπαθούσαμε να επιβιώσουμε και να απαλύνουμε τις πληγές της προσφυγιάς, σήμερα μπροστά στο σεπτό κασελάκι που έκλεισε τη λεβέντικη κορμοστασιά σου και τα πετάγματα της ψυχής σου, θέλουμε να προσκυνήσουμε, ευλαβικοί προσκυνητές της ηρωικής σου θυσίας, μα νιώθουμε τόσο ανάξιοι! Εσύ έδωσες τη ζωή σου για τούτο το χώμα, για τούτο το πέτρινο καράβι που πορεύεται τη χρυσή μοίρα του ήλιου, κι εμείς είχαμε την ψευδαίσθηση ότι περάσαμε «κάβους» στη ζωή μας.
Στα αδέλφια σου, τον Ισίδωρο, τον Σωκράτη, τον Παύλο, τον Γιώργο και τη Σωτηρούλα, τις νύφες και τον γαμπρό σου Γιώργο, τα ανίψια σου, που για τόσα χρόνια υπέμεναν αγόγγυστα και κουβαλούσαν τον σταυρό του μαρτυρίου τους, μαζί με τους γονείς σου που πέθαναν με το μαράζι σου, εκφράζουμε τα συγχαρητήριά μας για την προσφορά της οικογένειάς τους στην πατρίδα μας. 
Αιωνία σου η μνήμη, Άντρο Μακρίδη! Τα οστά σου θα αναπαυτούν πλάι στους γονείς σου, μέχρι την άγια και ευλογημένη μέρα που θα σας πάρουμε όλους και θα σας θάψουμε πλάι στον Μιχαλάκη σας στο Λευκόνοικό μας.
 Ο Θεός μας θα σε κατατάξει, είμαστε σίγουροι, στη χορεία των αγίων και των μαρτύρων της πίστης και της πατρίδας. Στους παραδεισένιους τόπους που ζεις μαζί με τους άλλους γενναίους μας, ας αναπαυτεί η ψυχή σου! Εμείς θα σε θυμόμαστε και θα σε τιμούμε πάντα, και θα έχεις μια τιμητική θέση στο θησαυροφυλάκιο της καρδιάς μας. Θα είσαι ένα πρότυπο για μας και τις επερχόμενες γενεές. Η παρακαταθήκη που αφήνεις σε όλους μας είναι η ρήση του Περικλή στον Επιτάφιο: «Εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον»
Αιωνία σου η μνήμη και ακήρατος η δόξα σου, πολυαγαπημένε μας, Άντρο Μακρίδη.


Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016

Επικήδειος στον Βασίλη Χατζησιεγκαλλή,
τον τρίτο συμμαθητή μας που τα οστά του ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA.
Σάββατο, 14 Φεβρουαρίου 2015, Ώρα 11 π.μ.
Εκκλησία Τιμίου Προδρόμου, Λάρνακα
Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη
Φιλολόγου, MSc
«Κι όταν γυρεύεις το θαύμα πρέπει να σπείρεις το αίμα σου
στις οχτώ γενιές των ανέμων,
γιατί το θαύμα δεν είναι πουθενά, παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου» Ημερολόγιο Καταστρώματος Α΄, Γ. Σεφέρης
Ποιος θα το πίστευε ότι μετά από τέσσερις δεκαετίες θα κηδεύαμε τρεις συμμαθητές μας που ήταν θαμμένοι στον ίδιο τάφο μαζί με τον καθηγητή τους των Μαθηματικών; Ποιος να μας το' λεγε και να το πιστεύαμε, ποιος μπορούσε να ψυχανεμιστεί ότι θα είχαμε τρεις ήρωες από την τάξη μας κι έναν τέσσερα χρόνια μεγαλύτερό μας, τον Μαθηματικό Πανίκκο Χατζηπαντελή που έκαναν το θαύμα που γυρεύει ο μικρασιάτης ποιητής μας; Στις φλέβες αυτών των παιδιών του Λευκονοίκου μας κυκλοφορεί το θαύμα.  
Γι' αυτό και νιώθω ιερό χρέος και καθήκον μου, μα και μεγάλη περηφάνια, φίλε μου Βασίλη, που έχω το προνόμιο να κατευοδώσω κι εσένα, σαν τους άλλους συμμαθητές μας, τον Πέτρο και τον Έκτορα, και να σου πω πόσο τιμήσατε το Λευκόνοικό μας, το Γυμνάσιό μας, την τάξη μας, την οικογένειά σας κυρίως με την ηρωική θυσία σας. Έχουμε, όμως, ακόμη μια εκκρεμότητα. Περιμένουμε και τον Άντρο μας, τον Άντρο τον Μακρίδη, να γυρίσει σαν κι εσάς.
Βασίλη μου, καλέ μου, όλοι μας σεμνυνόμαστε για τη λεβεντιά, τον ηρωισμό και την αυτοθυσία σας. Αμούστακα παλληκαράκια που γίνατε από τη μια στιγμή στην άλλη λιονταρόψυχοι πολεμιστές, που βρεθήκατε σε κείνη την κόλαση στο Συγχαρί, όταν μπαμπέσικα σας έστησαν παγίδα και σας θέρισαν. Κι όμως, εσείς βαστούσατε. Σας πρόδωσαν χωρίς αιδώ και κάποιοι δικοί μας και σας άφησαν ολομόναχους, χωρίς κάλυψη, χωρίς αρωγή, χωρίς συμπαράσταση. Σας άφησαν ανυπεράσπιστους στα νύχια του λύκου. Εσείς, όμως, επιδείξατε ηρωική συμπεριφορά, γι' αυτό είστε ήρωες, άσχετα με την έκβαση της άνισης μάχης. Γιατί,
«Οι ήρωες είναι ήρωες, επειδή έχουν ηρωική συμπεριφορά, όχι επειδή νίκησαν ή έχασαν!».
Πολλές φορές σκέφτηκα τη μητέρα σου, τη μακαρίτισσα Θεανώ, που έχασε τον μικρότερο γιο της, τον Βασιλάκη της. Πώς να δεχτεί πως εκείνο το αδύνατο, μικρόσωμο, σεμνό και συνεσταλμένο παιδί χάθηκε σε μια βουνοπλαγιά του Πενταδακτύλου μας; Πώς να δεχτεί ότι χάθηκε τόσο νέος, πριν καν προλάβει να γευτεί τις χαρές της ζωής; Και έρχεται στο μυαλό μου το ποίημα του Κώστα Μόντη για μια μητέρα μπροστά στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη, που τον κοιτάζει και της φαίνεται τόσο ξένος:
«Πώς να τον πει «παιδί της»
πώς να τον φωνάξει «Μιχαλάκη» της;».
Καλέ μου Βασίλη, ήσουν ένα παιδί που ξεχώριζες για το ήθος, τη θρησκευτικότητά σου, την ψυχική ευγένεια, την οξύνοια, την εργατικότητα και την έφεσή σου για μάθηση, γι' αυτό και ήσουν ανάμεσα στους πρώτους της τάξης μας. Μαζί με τον Κώστα Φοράρη ήσασταν οι δυο μαθητές στο άγημα μαζί μας. Θυμάμαι με πόση εθνική περηφάνια περπατούσαμε στις παρελάσεις στους δρόμους του Λευκονοίκου μας!
Παρόλες τις επιδόσεις σου, ήσουν ένα παιδί χαμηλών τόνων, με ταπεινοφροσύνη, εγκαρδιότητα, ένα παιδί μειλίχιο, προσιτό, ήπιο, σοβαρό και ώριμο, αγαπητό σε όλους, μαθητές και καθηγητές.
Είχες την ευλογία να γεννηθείς σε μια όμορφη οικογένεια, με δυο εξαίρετους γονείς, τον Νικολή και την Θεανώ, που σας γαλούχησαν με χριστιανικές αρχές και σας περιέβαλλαν με πολλή αγάπη, αλλά ήταν και πολύ περήφανοι για τα παιδιά τους που ξεχώριζαν για την ποιότητα του χαρακτήρα τους, τα χαρίσματα και την εξυπνάδα τους. Ο πόλεμος δεν σε άφησε να πραγματώσεις τα όνειρά σου για σπουδές, όπως τα άλλα τρία αδέλφια σου, τον Άντρο, τον Σκεύο και την Παναγιώτα σας.
Ο χαμός σου, Βασίλη μου, ήρωα της τάξης μας, βύθισε όλη την οικογένειά σας σε ένα τέναγος οδύνης και σπαραγμού, τη διέλυσε. Χάθηκε ο ένας στύλος, εσύ, και το οικοδόμημα δεν άντεξε. Πρώτα έφυγε με τον καημό σου ο πατέρας και μετά η γλυκύτατη μητέρα σου, η τόσο χαρίεσσα και εύχαρις. 
Στα αδέλφια σου, τη νύφη σου Ελένη και τα ανίψια σου, ευχόμαστε να αναπαυτεί η ψυχή τους τώρα που γύρισες κοντά τους, τώρα που θα σου κάνουν την ταφή σύμφωνα με τις παραδόσεις μας, τώρα που θα έχουν έναν τάφο για να σου ανάβουν το καντήλι, τώρα που θα σε δεχτεί η φιλόξενη γη της Λάρνακας, μέχρι την ευλογημένη ώρα που θα σε θάψουμε μαζί με τους άλλους ήρωές μας στο κοιμητήριο της κωμόπολής μας.
Να πας στο καλό, αγαπημένε μας Βασίλη. Σε καλωσορίζουμε και σε κατευοδώνουμε συνάμα. Είμαστε σίγουροι, όμως, ότι η ψυχή σου βρίσκεται στις αγκάλες του Θεού, σε τόπους παραδεισένιους. Αιωνία ας είναι η μνήμη σου και ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει. Αναδείχτηκες άξιος της πατρίδος και συνέχισες την αριστεία σου και στον θάνατο, υπήκοντας στο προγονικό κάλεσμα:
«Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων».
(Όμηρος, 800-750 π.Χ.-Ιλιάδα Ζ΄ 208-Ο Ιππόλαχος από τη Φρυγία στον γιο του Γλαύκο).



Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

Επικήδειος στον μ. Σωτήρη Μιχαήλ,
τον καθηγητή των Μαθηματικών μας, που τα οστά του ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο του DNA
Κυριακή, 8 Μαρτίου 2015- Ώρα 12.30 μ.μ.
Εκκλησία Αγίου Παντελεήμονος
Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη
Φιλολόγου, MSc

«Μυρίζουν ακόμα λιβανιά, κι έχουν την όψη καμένη από/το πέρασμά τους στα Σκοτεινά Μεγάλα Μέρη.
Κει που με μιας τους έριξε το Ασάλευτο».
Λες κι ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε τον «Ύπνο των Γενναίων» γι' αυτά τα παλληκάρια, «τους χωρικούς του απέραντου γαλάζιου» που άφησαν το άλικο αίμα τους στις βουνοκορφές του Πενταδάκτυλού μας.
Μαζευτήκαμε σήμερα στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονος για να αποχαιρετήσουμε ακόμη έναν γενναίο μαχητή, έναν πρόμαχο της ελευθερίας της Κύπρου μας, τον Μαθηματικό Σωτήρη Μιχαήλ από την Αγκαστίνα, καθηγητή στο Γυμνάσιο Λευκονοίκου. Έναν ήρωα που υπήκοντας στην προγονική εντολή του  Θουκυδίδη «Εύδαιμον το ελεύθερον, το δ' ελεύθερον το εύψυχον κρίναντες», έμεινε εκεί στο μετερίζι που του έταξε η μοίρα να θυσιαστεί, «σαν τιμή και σαν χρέος για τους άλλους, πιο πέρα από τις ανάγκες του». Μπορούσε να διαφύγει, όπως έκαναν κι άλλοι. Δεν το' κανε, όμως!
Πολυαγαπημένε μας Σωτήρη,
καλωσόρισες στην οικογένειά σου. Στη Μάρω σου και τον Μιχάλη σου που, μαζί με τη σύζυγό του Δέσπω, σε πρόσμεναν καιρό να' ρθείς. Ο Μιχάλης δεν σε θυμάται, γιατί σαν χάθηκες στα τριάντα σου χρόνια, ήταν μόνο δεκατεσσάρων μηνών, μα σε γνώρισε τώρα απ' τις χοντρές ελληνικές κοκάλες σου όμοιες με τις δικές του. Πρέπει να είσαι πολύ περήφανος για τον γιο σου, Σωτήρη μας, όπως κι εκείνος για σένα.
Σε θυμόμαστε όλοι και όλες στο Γυμνάσιο Λευκονοίκου, όταν πρωτοήρθες το 1971. Ήσουν αξιοπρεπής και σοβαρός, με ωριμότητα, εγκρατής της Μαθηματικής επιστήμης, χαρισματικός. Αμέσως, σε αγαπήσαμε για το ήθος και την ποιότητα του χαρακτήρα σου, για την ευγένεια και την αρχοντιά της ψυχής σου, για την προσήνεια, το χιούμορ σου, την ευπρέπεια, την καλοσύνη, την ηρεμία, την πραότητα και το υψηλό φρόνημά σου. Κυρίως, όμως, ξεχώριζες για την ευστροφία και την οξύνοιά σου.

Συνδύαζες την παιδαγωγική αυστηρότητα με την παιδαγωγική χάρη, γι' αυτό και είχαμε μια πολύ όμορφη επικοινωνία σε ένα κλίμα αμοιβαίου σεβασμού. Ήσουν αληθινά ένας εμπνευσμένος δάσκαλος! 
Μετά τα χρόνια της χαράς, ήρθε η καταιγίδα που σάρωσε στο διάβα της ό,τι όμορφο είχατε δημιουργήσει μαζί με την Μάρω σου και τον Μιχάλη σας. Θυμόμαστε τη Μάρω που γύριζε αλαφιασμένη κι έψαχνε εναγωνίως να μάθει για τον αγνοούμενο άντρα της. Η Μάρω μας που όλα τα χρόνια στάθηκε μάνα και πατέρας για τον Μιχάλη σας!
Πολυαγαπημένε μας καθηγητή,
Όλοι οι μαθητές και οι μαθήτριές σου του Γυμνασίου Λευκονοίκου, μα και οι καθηγητές και οι καθηγήτριες που υπηρέτησαν μαζί σου, σε κατευοδώνουμε. Μα, ταυτόχρονα, σκεφτόμαστε εκείνες τις ώρες της αγωνίας σου, όταν τραυματίστηκες. Από το μυαλό σου θα περνούσαν συνεχώς οι εικόνες της αγαπημένης σου Μάρως, του λατρευτού σου Μιχάλη, μα και των σεβαστών γονιών σου, του Μιχάλη και της Αντριάνας, που λάτρευες, οι οποίοι σε ανέθρεψαν στη γη της Μεσαορίας μας με τόση αγάπη και στοργή, σου παρείχαν τα πάντα, σε έστειλαν στο Παγκύπριο Γυμνάσιο κι ύστερα στην Αθήνα για να σπουδάσεις, κι έπλαθαν αμέτρητα όνειρα για σένα και την οικογένειά σου. Έφυγαν με τον καημό για το μοναχοπαίδι τους, πρώτα ο πατέρας, που δεν άντεξε καθόλου το φοβερό μαντάτο, κι ύστερα η μάνα, με «τις άχρηστες πια φτερούγες της στοργής της».
Τους αγαπημένους μας Μάρω, Μιχάλη και Δέσπω, συγχαίρουμε, γιατί σήμερα έχουν το προνόμιο και την ευλογία να θάψουν σύμφωνα με τα ειωθότα της θρησκείας μας τον ήρωά τους, και να είναι περήφανοι γι' αυτόν!
Αναπαύσου εν ειρήνη, πολυαγαπημένε μας καθηγητή, που μας έδωσες με τη θυσία σου μαθήματα ελληνικής λεβεντιάς. Η αγάπη μας συντροφεύει την εξαίσια ψυχή σου στους παραδεισένιους τόπους, όπου αναπαύεται.

Και σαν θα θέλουμε να καυχηθούμε «'Τέτοιους βγάζει ο τόπος μας» θα λέμε. Ανθρώπους, άξιους της πατρίδας, που άγιασαν με το μαρτύριό τους. Είσαι ένας χριστιανός μάρτυρας για μας, αγαπημένε μας Σωτήρη, που ο Θεός μας σε κατέταξε στη χορεία των αγίων και των μαρτύρων της πίστης και της πατρίδας. Γι' αυτό σεμνυνόμαστε! Αιωνία σου η μνήμη!

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Επικήδειος στον Έκτορα Κτωρή
Κυριακή, 18 Ιανουαρίου 2015
 Εκκλησία Αγίου Παντελεήμονος
Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη
Φιλολόγου
«Ήσουν καλός, ήσουν γλυκός, είχες τις χάρες όλες!»
Έκτορά μας, αγαπημένε μας συμμαθητή,
όλα αυτά τα χρόνια ήσασταν συνέχεια στο μυαλό μας. Δεν προλάβατε να μεγαλώσετε, να γευτείτε τις χαρές της ζωής. Το νήμα της ζωής σας κόπηκε τόσο βίαια στα δεκαεννέα σας χρόνια.
Γίνατε ήρωες! Μεγάλη τιμή για σας, τις οικογένειές σας, αλλά και για μας, τους συμμαθητές και συμμαθήτριές σας, για όλους τους κατοίκους της κωμόπολής μας, του Δήμου Λευκονοίκου, που θα καυχόμαστε ότι πέσατε ήρωες στις κορυφογραμμές του Πενταδακτύλου μας!
Τι να σου πω Έκτορά μου! Όπως είπα και στον συμμαθητή μας ήρωα Πέτρο Βελούση χθες, σας θεωρώ μαθητές μου πια. Εξάλλου, εγώ είχα την ευλογία να έχω μαθητή μου τον ανιψιό σου, τον γιο του μικρότερου αδελφού σου Νίκου, τον Έκτορα, και άπειρες φορές του μιλούσα στην τάξη για σένα και του έλεγα πόσο περήφανος πρέπει να νιώθει που φέρει το όνομά σου!
Και ως μαθητή, σε βλέπω έναν λεβέντη, ευσταλή και λυγερόκορμο νέο παιδί, πάντα καλοφροντισμένο και ευπρεπή, πολύ μοντέρνο, με τις καμπάνες σου, που ήταν τότε της μόδας, με τα μοντέρνα γενικά ρούχα σου που είχες την άνεση να αγοράζεις από το Βαρώσι, όπου ο παπάς και η αδελφή σου είχαν κατάστημα.
Ήταν πολύ περήφανη η μάμα σου, η μ. η θεία η Ελλού για σένα. Για τον όμορφο γιο της με τα πολλά χαρίσματα. Μαζί με τον παπά σου σας μεγάλωσαν με πολλή αγάπη, φροντίδα και άνεση. Για τούτο και δεν άντεξε τον καημό σου. Φύγανε με τον πατέρα σου με τούτο το παράπονο. Φύγανε δυστυχισμένοι.
Δεν υπάρχει τίποτα που να απαλύνει τον πόνο του γονιού που είχε γιο αγνοούνενο. Τίποτα δεν τον αναπληρώνει! Το κενό σου ήταν δυσαναπλήρωτο. Πέθανε η ψυχή τους πριν από το σώμα τους.
Κι εμείς, και τα αδέλφια σου, η Χριστίνα και ο Νίκος, τα ανίψια σου και τα παιδιά τους, πώς να δεχτούν ότι
ο συμμαθητής, ο αδελφός, ο θείος και ο παππούς τους, το λεβεντόπαιδο ως απάνω, έρχεται σε ένα κουτί, είναι μόνο κόκκαλα, που για σαράντα χρόνια ταλαιπωρούνταν χωρίς κανονική ταφή, χριστιανική, χωρίς ένα καντήλι, χωρίς λιβάνι, χωρίς αγάπη!
Έκτορά μας, καλέ κι αγαπημένε! Πάντα θα θυμόμαστε τη χρυσή καρδιά σου, την ευγένεια και την αρχοντιά της ψυχής σου, την καλοσύνη και τη διάθεση της προσφοράς που σε διέκρινε. Γαλουχήθηκες από το σπίτι σου αλλά και από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του Λευκονοίκου, κυρίως, όμως, από τους δασκάλους και τους καθηγητές μας στο Γυμνάσιο Λευκονοίκου με αξίες και ιδανικά αγέραστα. Και αυτά τα ιδανικά έκανες πράξη, όπως και οι άλλοι συμμαθητές μας, με τη θυσία σου! Οι αρχές σου δεν σου επέτρεπαν να γίνεις ρίψασπις. Έμεινες εκεί μέχρι το τέλος.
Σας πρέπει όλους σας τιμή και δόξα, Έκτορά μου. Δώσατε τη ζωή σας για την πατρίδα μας, για την τιμή και την αξιοπρέπεια του Έλληνα φαντάρου που μένει πιστός στο καθήκον του, φυλάγοντας Θερμοπύλες, σαν τους τριακόσιους του Λεωνίδα, «ποτέ απ' το χρέος μη κινούντες», έστω κι αν ξέρει ότι 
«Ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος    
κι οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε».
Συγκλονίζομαι σαν σκέφτομαι τον τρόπο του θανάτου σας και έρχονται στον νου μου οι στίχοι του Ελύτη:
«Ω, μην κοιτάτε, ω μην κοιτάτε από πού του-
Από πού του' φυγε η ζωή. Μην πείτε πως
Μην πείτε πως ανέβηκε ψηλά ο καπνός του ονείρου
Έτσι, λοιπόν, η μια στιγμή  Έτσι, λοιπόν, η μια
Έτσι, λοιπόν, η μια στιγμή παράτησε την άλλη,  
Κι ο ήλιος ο παντοτινός έτσι μεμιάς τον κόσμο!»
Κανείς δεν μπορεί να συλλάβει τον ψυχική σας τάραχο, τις τελευταίες σας σκέψεις, τις τελευταίες εικόνες σας. Σίγουρα εσύ θα σκεφτόσουν το κορίτσι που αγαπούσες τότε. Ήσουν ευαίσθητο παιδί! Η καρδούλα σου κτύπησε για ένα όμορφο κορίτσι, πολύ γλυκό και ντελικάτο. 
Σήμερα, πρέπει να δοξάζουμε τον Θεό που βρεθήκατε και μπορούμε να αποδώσουμε σε όλους σας τις πρέπουσες τιμές. Θα ταφείτε ως ήρωες στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας, μέχρι την άγια μέρα της επιστροφής στο Λευκόνοικό μας που θα σας θάψουμε πλάι στους άλλους ήρωες του Δήμου μας!
Έχω να σου πω πολλά Έκτορά μου! Θα σταθώ μόνο σ' αυτά που μου τόνισε ο καλός σου φίλος, ο ξάδελφός μου Γιαννάκης Καραγιάννης που θυμάται τον άδολο και ανοιχτόκαρδο χαρακτήρα σου, το  κέφι, τη ζωντάνια, τον ενθουσιασμό, τον πατριωτισμό, την αγάπη σου για την Ελλάδα και την ελληνική σημαία μας, την επαναστατική σου φύση.
Ακόμη, και δεν πρέπει να το παραλείψω, ο Γιαννάκης μου είπε ότι γινόσουν θυσία για τους φίλους σου, ήσουν πολύ χουβαρντάς, κερνούσες τους συμμαθητές σου, έδινες την ψυχή σου για τους φίλους σου!
Στο καλό, αγαπημένε μας Έκτορα. Πας να συναντήσεις τους γονείς σου. Είμαι σίγουρη ότι ο Πανάγαθος Θεός μας θα κατατάξει τις ψυχές σας στον χώρο των αγίων και των μαρτύρων!
Στα αδέλφια σου, Χριστίνα και Νίκο, ευχόμαστε ο Θεός να δίνει δύναμη και κουράγιο να αντέξουν και αυτή τη δοκιμασία.
Καλό ταξίδι, Έκτορά μας, ήρωα του Λευκονοίκου μας! Θα σε έχουνε για πάντα ως πολύτιμο φυλακτό στην καρδιά μας!

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Επικήδειος στον Πέτρο Βελούση

Σάββατο, 17 Ιανουαρίου 2014
Εκκλησία Αγίου Πανταλεήμονα
Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη
Φιλολόγου, MSc

«Διάβασα τον κατάλογο κι εσείς λείπατε».
Για 40 ολόκληρα χρόνια, πολυαγαπημένε μας συμμαθητή Πέτρο, διαβάζαμε τον κατάλογο του Κλασικού Τμήματος του Γυμνασίου Λευκονοίκου κι εσείς, ο Πέτρος Βελούσης και ο Άντρος Μακρίδης, λείπατε.
Διάβασα και τον κατάλογο του Εμπορικού Τμήματος του Γυμνασίου μας κι έλειπαν ο Έκτωρ Κτωρής  και ο Βασίλης Χατζησιεγκαλλής.
Διάβασα και τον κατάλογο των καθηγητών μας, κι έλειπε ο Μαθηματικός μας, ο αξιαγάπητος Σωτήρης Μιχαήλ!
Λείπατε όλοι εσείς, αγαπημένε μου Πέτρο! Στην αρχή πιστέψαμε ότι ίσως και να ζούσατε κάπου στα βάθη της Ανατολής. Αυτή είναι η σημασία της λέξης αγνοούμενος. Είναι ένας μετεωρισμός μεταξύ ζωής και θανάτου, μεταξύ του εδώ και του εκεί.
Ύστερα, όμως, καταλάβαμε ότι δεν υπάρχουν αγνοούμενοι…
Ο πατέρας σου έφυγε με τον καημό σου, Πετρή  μου. Κι η μητέρα σου αργοπεθαίνει ώρα την ώρα, αφού για πάμπολλα χρόνια έψαχνε να βρει το στερνοπαίδι της, το παιδί της με το ανεξάντλητο χιούμορ, το γάργαρο γέλιο, το χαρούμενο πρόσωπο που σαν ήλιος φώτιζε τη ζωή της.
Ήμασταν μαζί από το νηπιαγωγείο, το θυμάσαι, Πετρή μου; Ήσουν ένα αγοράκι ζωηρό, κεφάτο, καλοσυνάτο, πολύ έξυπνο. Ένα παιδάκι πολύ φυσιολογικό που του άρεσαν οι ζαβολιές κι έβγαζαν σπινθήρες τα μάτια του κάθε φορά που έκανε κάτι.
Σε μια φωτογραφία της έκτης τάξης του Δημοτικού Σχολείου που κάποιος μου έφερε από το Λευκόνοικό μας, ατενίζεις τον φακό σοβαρός, συνοφρυωμένος θα’λεγα, με βλέμμα βαθυστόχαστο, με πολύ ευπρεπή εμφάνιση, με μαλλιά κομμένα σύριζα. Άραγε, προαισθανόσουν το κακό που θα’ ρχόταν ύστερα;
 Σε θυμάμαι και στο Γυμνάσιο Λευκονοίκου καλύτερα, κυρίως στις μεγάλες τάξεις, στην αίθουσα που είχαμε πάνω από την αίθουσα Δακτυλογραφίας, με τις σκάλες, να κάθεσαι με τον Λούκα και να πειράζετε ο ένας τον άλλο, αλλά να σας πειράζει πολύ και ο μακαριστός μας Λυκούργος Κάππας, αλλά και ο πατήρ Κυριάκος Ρήγας.
Κι εσύ να γελάς, να μη σου κακοφαίνεται, ένα αθώο, αγνό παιδί, ολόγιομο από καλοσύνη, ευγένεια και αρχοντιά ψυχής, ένα παιδί με ήθος ζυμωμένο στα χώματα της Μεσαορίας μας!
Έχουμε κι άλλες πολλές φωτογραφίες της Έκτης Γυμνασίου στις παρελάσεις που είσαι στην μπάντα με την τρομπέτα σου έξω από τον Αρχάγγελό μας ή στο γήπεδο του Γυμνασίου μας, ή μια, μετά το τέλος της παρέλασης, όπου τρώτε παγωτό με τον Άντρο Μακρίδη και τον Γιαννάκη Καραγιάννη, στα σκαλιά της εισόδου, με φόντο τα γιασεμιά. Ντυμένος στα άσπρα, με την μπλε γραβάτα και το σήμα του Γυμνασίου μας, ήσουν πολύ μαγκόπαιδο. Νέος, όμορφος, φέρελπις νέος, όλη η ζωή ήταν μπροστά σου για να τη χαρείς.   
Κι εγώ τώρα που φτάσαμε πια στην ηλικία της αφυπηρέτησης, τι να σου πω! Σας βλέπω, εσάς τους συμμαθητές μου, εσάς που δεν προλάβατε να γευτείτε τη ζωή, σαν μαθητές μου. Πίστεψέ το. Και πολλές φορές μίλησα στους μαθητές μου για σας! Μίλησα για το πόσες φορές με έκανες και γελούσα. Μίλησα, όμως, και στο γιο μου για σένα και για τα γέλια που κάναμε με τις εύστοχες ατάκες σου!
Σε σκέφτομαι, Πέτρο μου, ένα παιδί άβγαλτο, με όλη την ανεμελιά της νιότης, με όνειρα αμέτρητα για το μέλλον σου, πώς μέσα σε ένα χρόνο κατάφερε ο στρατός, το αμούστακο παλληκαράκι, να το μεταμορφώσει σε έναν μαχητή που αντιμετώπισε τους βαρβάρους που κίνησαν για το νησί μας νύκταν «νύκταν Παρασσιεφκόνυκταν, τζιαιρόν Δευτερογιούνην»
Τώρα πια είμαι σίγουρη ότι πίσω από το εφηβικό σου πρόσωπο κρυβόταν μεγαλείο ψυχής, πείσμα, ευψυχία, αυταπάρνηση και ανδρεία απαράμιλλη. Πιστεύω ότι όλη η ενέργεια και το πάθος σου, εκείνες τις στιγμές της δαντικής κόλασης του πολέμου, θα’ γιναν «φωτιά στην άνομη φωτιά», θα’ γιναν ορμητικό ποτάμι και θα παρέσυρε στο διάβα του αυτούς που τόλμησαν να διαφεντέψουν την τιμή και τη γη μας!
Έτσι, σε φαντάζομαι, Πέτρο μου, ήρωα της τάξης μας. Γιατί ήρωες, όπως χαρακτηριστικά μας έλεγε η φιλόλογός μας η κ. Παρασκευά είναι «οι τρελοί της ιδέας».
Κάποιες στιγμές ως άνθρωπος είναι φυσικό να σκέφτηκες τη ζωή και τις χαρές που χάνεις. Γιατί οι ήρωες δεν είναι υπεράνθρωποι. Είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, που την κατάλληλη στιγμή, κάνουν τη μελέτη του θανάτου κι αποφασίζουν αγωνιστούν και να δώσουν και τη ζωή τους για χάρη της πατρίδας. Για χάρη των ιδανικών! Γι’ αυτό και οι ήρωες μένουν πάντα νέοι. Κι εσύ, Πέτρο μας, δεν πρόλαβες να μεγαλώσεις.  
Κι εδώ σου ταιριάζουν οι στίχοι του Ελύτη:
«Όμως, το γέλιο κάηκε, όμως η γη κουφάθηκε.
Όμως, κανείς δεν άκουσε την πιο στερνή κραυγή.
Όλος ο κόσμος άδειασε με τη στερνή κραυγή».
Μετά από σαράντα χρόνια επιτέλους σε βρήκαμε. Τώρα θα αναπαυτούν τα κόκαλά σου που για τέσσερις δεκαετίες κείτονταν σε μια βουνοπλαγιά στον Πενταδάκτυλό μας, χωρίς να σου γίνει η νεκρώσιμη ακολουθία.
Ο Θεός να παρηγορήσει τα αδέλφια σου, τον Χαράκη και την Άννα,  που όλα αυτά τα χρόνια μαζί με τους γονείς σου  ανέβαιναν τον γολγοθά τους. Γιατί, το ήξερες ότι ήσουν το χαϊδεμένο τους. Ήσουν το τρίτο παιδί του Ανδρέα και της    Βελούση, μιας οικογένειας ευκατάστατης και αγαπημένης από την κωμόπολή μας που σε μεγάλωσαν με άνεση και αξιοπρέπεια.
Στο καλό, πολυαγαπημένε μας Πέτρο. Σε αποχαιρετώ εκ μέρους όλης της τάξης μας, και ιδιαιτέρως εκ μέρους του συμμαθητή μας Γέροντα Εφραίμ του Βατοπαιδινού. Αποχαιρετούμε τον ήρωα συμμαθητή μας με το γλυκό χαμόγελο, το κέφι, τη ζωντάνια, την ορμή, τον δυναμισμό. Θα θυμόμαστε πάντα τα αστεία σου και την καλή σου την καρδιά.
Αιωνία ας είναι η μνήμη σου και αγήρατος η δόξα σου.
«Ήσουν ωραίο παιδί!
Ήσουν γερό παιδί!
Ήσουν γενναίο παιδί!».
Γι’ αυτό,
«Για τους γενναίους, τους μεγάλους και τους δυνατούς,
αξίζουν τα γενναία, τα μεγάλα και τα δυνατά!».


Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016

70 χρονα Γυμνασίου Λευκονοίκου
8 Νοεμβρίου 2012


Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη
Φιλολόγου, MSc

«Σκοτώνεις με πολλούς τρόπους ένα νησί
Τη μνήμη, όμως, πώς τη σκοτώνεις;»
«Η μνήμη, όπου και να την αγγίξεις πονεί».

Αναθυμόμαστε απόψε το Γυμνάσιό μας.
Με την επιβλητική πρόσοψη.
Με τα τεκμήρια της ελληνικότητάς του.
Τους δωρικούς κίονες, το κιονόκρανο,
το επιστύλιο, το γείσο, το αέτωμα.
Είναι η γάργαρη και δροσερή πηγή απ’ όπου ξεδιψάσαμε όλοι εμείς.
Στην παχιά σκιά του δροσιστήκαμε.
Στη φιλόξενη και ανοικτή αγκαλιά του αναπαυτήκαμε.

Το Γυμνάσιό μας! Το στολίδι του Λευκονοίκου μας!
Ο κήπος μοσχοβολιστός και καταπράσινος.
Γιασεμιά, γαρύφαλα και ρόδα.
Φοίνικες, κυπαρίσσια, ευκάλυπτοι, πεύκα και ελιές.
Το γήπεδο με τα ανθεστήρια και τους αγώνες,
τους χορούς με τις παραδοσιακές στολές και τα τραγούδια.

Τις παρελάσεις με τις ελληνικές σημαίες.
Την κατάθεση στεφάνων και το «πέσατε ήρωες» στις εθνικές γιορτές.
Θυμόμαστε τις θεατρικές παραστάσεις και τις μουσικές εκδηλώσεις.
Τις εκδρομές, τα τρίωρα στον Άγιο Φωκά, τα καρδιοκτύπια στα διαγωνίσματα.
Το κερί που ανάβαμε στον Προφήτη Ηλία για να μας βοηθήσει!
Τα αστεία με τους καθηγητές  μας.
Τους γυμνασιάρχες μας:
59-61 Δημήτριος Βολονάκης από τη Σύμη
61-69 Σοφοκλής Σοφοκλέους
69-72Ανδρέας Χατζηιωνάς
72-74 Λυκούργος Κάππας
1940.  Ξεκινά η «Ανωτέρα Σχολή Λευκονοίκου».
Στον λόφο του Προφήτη Ηλία θα γίνουν τα εγκαίνια του κτηρίου το 1947
και θα πάρει την επωνυμία  Καμίνζειος Ανωτέρα Σχολή Λευκονοίκου.
Από τον μεγάλο ευεργέτη Γεώργιο Καμιντζή.

Το 1958 αναγνωρίζεται ως ισότιμη με τα Ελληνικά Γυμνάσια.
Το πνευματικό φυτώριο όλης της περιοχής Λευκονοίκου.
Ο φάρος που μας μεταλαμπάδευσε το αγαθό της γνώσης και της αρετής.
Η ζεστή αγκαλιά που μας κανάκεψε και μας ανέθρεψε.
Το λίκνο του πολιτισμού μας που φέραμε μαζί μας
και μας κράτησε στα δίσεκτα χρόνια της προσφυγιάς.
Ο ευεργέτης μας που μας χάρισε το «ευ ζην».
Εκεί που μάθαμε τι πα να πει ανθρωπιά, ευγένεια, αλληλεγγύη,
αξιοπρέπεια, αγάπη, θυσία,  ελευθερία, πίστη στον θεό και την πατρίδα μας.

Στα πρώτα χρόνια οι πνευματικού ταγοί μας έρχονταν από την Ελλάδα.
Εμπνευσμένοι, χαρισματικοί, καταξιωμένοι.
Ευαισθητοποιημένοι, έντιμοι, προικισμένοι.
Αυτοί δυνάμωσαν την αγάπη για τη μητέρα πατρίδα και την ένωση.
Ο κόσμος μας τότε, ο φτωχός αγρότης, με χίλιες δυο στερήσεις
ήθελε να δώσει στα παιδιά του ελληνική παιδεία και ελληνική ιστορία.
«Έλληνες εισίν οι της ημετέρας παιδείας μετέχοντες».
«Όλβιος όστις της ιστορίας έσχε μάθησιν».
Η «Καμίντζειος Ανωτέρα Σχολή Λευκονοίκου» πρωτοστάτησε στον Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α.
Οι μαθητές στελέχωσαν τις εθνικές οργανώσεις ΕΟΚΑ, ΠΕΚΑ και ΑΝΕ.
Έκαναν βομβιστικές ενέργειες, μα και συχνές διαδηλώσεις κατά των κατακτητών.
Στις 3 Δεκεμβρίου του 1955 σε μια διαδήλωση έκαψαν το ταχυδρομείο
κι ο πολύς Χάρτιγκ διέταξε πενθήμερο κέρφιου και επέβαλε πρόστιμο 2000 λιρών.
Ύστερα το σχολείο έκλεισε για εννιά μήνες και λειτούργησε το «Κρυφό Σχολειό»
Με την επαναλειτουργία του σχολείου οι διαδηλώσεις συνεχίζονται.
Στις 23 Οκτωβρίου του 1956, μαθητές- μέλη της ΕΟΚΑ, τοποθέτησαν νάρκη στο γήπεδο του σχολείου, όπου έπαιζαν ποδόσφαιρο οι άγγλοι στρατιώτες, και σκοτώθηκαν τρεις  Άγγλοι, ενώ τραυματίστηκαν πέντε.
Τέλη Νοεμβρίου του 1957 μαθητές ανατίναξαν με πέντε νάρκες τον ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό Λευκονοίκου.
Στις 20 Δεκεμβρίου του 1957, σε επίθεση εναντίον Άγγλων αξιωματικών, σκότωσαν έναν απ’ αυτούς.

Το Γυμνάσιό μας είχε κι ένα ατυχές, τραγικό συμβάν.
Ο Λουκάς Ιατρού στις 7 Νοεμβρίου του ’55, προσπαθώντας να ανεβάσει ψηλά την ελληνική σημαία,
έσπασε τη σπονδυλική του στήλη. Πολλά τα δεινά του, μα η πίστη του έμεινε ακλόνητη.
Ο όσιος και μάρτυράς μας!                                   
Πέθανε το 1965.


Με την Ανεξαρτησία το σχολείο μας μετονομάστηκε σε «Ελληνικόν Γυμνάσιον Λευκονοίκου»,
κι αργότερα «Γυμνάσιο Λευκονοίκου»
«Τα μάτια αν κλείσω», που λέει κι ο ποιητής,
θα θυμηθώ την επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου
στις 26 Μαίου του 1968, στα εγκαίνια της Αίθουσας Τελετών,
πάλι δωρεά του ευεργέτη Γεώργιου Καμιντζή.
Το 1973 κτίστηκε και η νέα διώροφη πτέρυγα.
Τώρα οι καθηγητές στην πλειοψηφία τους είναι Λευκονοικιάτες.
Θρέμμα της γης μας. Πονάνε τούτο το σχολείο.
Μας έδωσαν πολλά. Κι εμείς τους ευγνωμονούμε!
Σεβασμός, πειθαρχία, παιδαγωγική χάρις.
Πλούτος γνώσεων μα και σφυρηλάτηση χαρακτήρων.
Διάπλαση ήθους.

Με ερείσματα την πίστη στις εθνικές παραδόσεις.
Τον σεβασμό στα μνημεία και τις αξίες του παρελθόντος.
Το δημοκρατικό ήθος. Τη νηφάλια σκέψη. Την πνευματική αυτάρκεια.
Την αναζήτηση για ό,τι ομορφαίνει τη ζωή μας και της δίνει νόημα.
Οι μαθητές μας πρώτοι στο κάλεσμα της πατρίδας.
Ο Μιχαλάκης Μακρίδης και ο Νίκος Σχοινιού έπεσαν στο Μερσινίκι
τον καιρό των ολβίων.

Το 1974 είχε 481 μαθητές.
Κι ύστερα ήρθε η συμφορά κι ο χαλασμός.
Νεκροί και αγνοούμενοι. Καθηγητές και μαθητές.
Σωτήρης Μιχαήλ. Μαθηματικός. Υπόδειγμα αρχοντιάς και πατριωτισμού.
Χάθηκε για την πατρίδα.
Γιατί έτσι έπρεπε. Μπορούσε να διασωθεί.
Έμεινε μαζί με τους μαθητές του.
«Τιμή σ’ εκείνους
όπου στη ζωή των ώρισαν
να φυλάγουν Θερμοπύλες
ποτέ από το ΧΡΕΟΣ μη κινούντες».
Αυτή είναι η αξιοπρέπεια του Καβάφη.
Έτσι κάνουν οι ήρωες!
Έτσι κάνουν οι Έλληνες!
Οι Έλληνες μαθητές!

Νεκροί:
Ο Σταύρος Καμιντζής
Ο Νίκος Μανδρίτης, τελειόφοιτος της Οδοντιατρικής
Ο Κυριάκος Καλλής, από τις Γούφες
Ο Γιάννης θεοδώρου, από την Περιστερώνα
Ο Γεώργιος Σύζινος και
Ο Ιωάννης Χατζήκκος από τη Γύψου
ο Άντρος Μακρίδης
Αγνοούμενοι:
ο Πανίκος Χατζηπαντελή, τελειόφοιτος  της Φυσικομαθηματικής Σχολής
και οι τελειόφοιτοι του 1973:
ο Βασίλης Χατζησιεγκαλλής
ο Έκτωρ Κτωρής
ο Επιφάνιος Κυριάκου
ο Πέτρος Βελούσης
ο Κλείτος Κλείτου
Ο Ιάκωβος Κακουρής από την Περιστερώνα
Ο Λοίζος Λοίζου,  16 χρονος μαθητής που χάθηκε μαζί με τον πατέρα του στις Γούφες.
Όλα αυτά τα παλληκάρια έκαναν πράξη
τα κελεύσματα των προγόνων μας.
«Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης»


Σήμερα γιορτάζουμε τα 70 χρονα του Γυμνασίου Λευκονοίκου
μακριά από το Γυμνάσιό μας.
Μακριά από τη μάνα τροφό μας.
Από « το αγαπημένο τέμενος των Μουσών, απ’ όπου
πήραμε τα εφόδια, πνευματικά και ψυχικά
για να κατακτήσουμε και να ομορφήσουμε τη ζωή μας».
Σήμερα στις αίθουσές του δεν ακούγεται
η γλυκόλαλη γλώσσα του Ομήρου.
Την αυλή του πατούν ξένα βήματα.
Αξίωσέ μας, Κύριε, να κάνουμε υπομονή
ως την άγια ώρα της λύτρωσης
που μόνο εσύ ξέρεις πότε θά’ ρθει.

Γιατί η ψυχή πονά. Η καρδιά πετά συχνά στα περασμένα.
Στα όμορφα, γελαστά χρόνια του Γυμνασίου μας.
Τότε που μάθαμε τι πάει να πει
πολιτισμός, μέτρο, ήθος, λευτεριά, πίστη, πατρίδα.
Τότε που μάθαμε για τη ζωή,
αλλά η ζωή μας κύλησε σε άλλα χώματα,
μακριά από τη γη των προγόνων μας.
Θα συνεχίσουμε, όμως, να μεταλαμπαδεύουμε
στα παιδιά και τα εγγόνια μας
τις διαιώνιες αξίες που εμείς διδαχτήκαμε στο Γυμνάσιό μας,
το «modus vivendi» μας, το ύφος και το ήθος του βίου μας.

Κοινωνώντας τα μεγάλα αντίδωρα
του φωτερού παρελθόντος μας,
ας ζυμώσουμε τον δικό μας άρτο ζωής,
την τροφή της ψυχής μας
ως το «νόστιμον ήμαρ».
Το Γυμνάσιό μας θα ζει πάντα στις καρδιές μας.
Το κουβαλάμε μαζί μας, ως πολύτιμο φυλακτό
στα άδυτα της ψυχής μας.
«Έσσεται ήμαρ!»